- Φαινων
- Φαίνων-οντος ὅ Фенонт, «Сияющий» (название планеты Сатурн) Arst.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Φαίνων — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίνων — οντος, ὁ, Α ο πλανήτης Κρόνος … Dictionary of Greek
φαίνων — φαίνω A ren. pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαινόντων — Φαίνων masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαῖνον — Φαίνων masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίνοντα — Φαίνων masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίνοντας — Φαίνων masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίνοντες — Φαίνων masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίνοντι — Φαίνων masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίνοντος — Φαίνων masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίνουσι — Φαίνων masc dat pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)